Κωλύματα: Τελεσίδικη παραπομπή για κακούργημα δεν σημαίνει δεύτερος βαθμός δικαστικής κρίσης – Επιτακτική ανάγκη να αλλάξει ο νόμος (άρθρο 3 του 2725/99) και όχι το καταστατικό της ΕΠΟ - Αλλιώς οδηγούμαστε σε ένα καθεστώς αχυρανθρώπων και μπροστινών

*** Ως έχει, ο αθλητικός νόμος και η επιχειρούμενη τροπολογία του καταστατικού της ΕΠΟ είναι όχι απλά εξαμβλωματική, παρά απόλυτα σκόπιμη

***Κατά τον χρόνο που θεσπίστηκε η διάταξη του νόμου για τα κωλύματα παραγόντων, η ποινική δικονομία προέβλεπε ΔΥΟ βαθμούς κρίσης για παραπομπή για κακούργημα
***Ομως, με τις μνημονιακές αλλαγές μεταξύ άλλων και στον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, κ.λπ., επήλθαν ανατροπές και, στο θέμα των κωλυμάτων παραγόντων του ποδοσφαίρου, αφενός προβλέφθηκε αρμοδιότητα του συμβουλίου εφετών ΑΠΕΥΘΕΙΑΣ, αφετέρου ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ η έφεση κατά παραπεμπτικού βουλεύματος
***Ακόμη και ως είχε (με πρόβλεψη κωλύματος δηλαδή σε περίπτωση τελεσίδικης παραπομπής για κακούργημα όταν ο όρος τελεσίδικη ήταν ακριβής/ορθός/αληθής διότι μεσολαβούσαν δύο βαθμοί δικαιοδοσίας), ο αθλητικός νόμος είχε σοβαρά προβλήματα νομιμότητας/συνταγματικότητας/συμφωνίας προς την ευρωπαϊκή σύμβαση δικαιωμάτων του ανθρώπου αφού θέσπιζε κατ’ ουσία τεκμήριο ενοχής (!) αντί αθωότητας
***Μπορείτε  λοιπόν να αναλογιστείτε τι συμβαίνει τώρα, που δεν υπάρχει καν η δυνατότητα σε έναν κατηγορούμενο που παραπέμπεται για κακούργημα να εφεσιβάλλει την παραπομπή...


ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΝΑΛΥΤΙΚΑ ΤΗ ΝΟΜΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ ΓΙΑ ΤΑ ΚΩΛΥΜΑΤΑ ΠΑΡΑΓΟΝΤΩΝ ΜΕ ΑΦΟΡΜΗ ΤΗ ΔΙΑΤΑΞΗ-ΤΕΡΑΣ ΣΤΟ ΚΑΤΑΣΤΑΤΙΚΟ ΤΗΣ ΕΠΟ ΠΟΥ ΘΑ ΤΕΘΕΊ ΠΡΟΣ ΨΗΦΙΣΗ ΣΤΗ ΓΣ ΤΗΣ ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑΣ ΤΗΝ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 30/06:

Ο αθλητικός νόμος προβλέπει ως κώλυμα συμμετοχής την τελεσίδικη παραπομπή για κακούργημα.  Κατά τον χρόνο που θεσπίστηκε η εν λόγω διάταξη, η ποινική δικονομία προέβλεπε ΔΥΟ βαθμούς κρίσης για παραπομπή για κακούργημα (αρμόδιο ποινικό δικαστήριο για κακουργήματα ήταν και είναι το εφετείο):  το συμβούλιο πρωτοδικών και το συμβούλιο εφετών.  Ήτοι, επί κακουργηματικών πράξεων, ο εισαγγελέας έκανε πρόταση και το συμβούλιο πρωτοδικών αποφαινόταν σχετικώς (παραπομπή ή όχι) και, σε περίπτωση που το βούλευμα ήταν παραπεμπτικό, ο κατηγορούμενος είχε δικαίωμα να το εφεσιβάλει, οπότε και η υπόθεση άγετο ενώπιον του συμβούλιου εφετών που, μετά από πρόταση του εισαγγελέα, αποφαινόταν σχετικώς (παραπομπή ή όχι) και, σε περίπτωση παραπομπής η υπόθεση έφτανε στο ακροατήριο (πρώτη δίκη). 
ΔΥΟ λοιπόν, δυνητικά, βαθμοί δικαιοδοσίας για να παραπεμφθεί κάποιος για κακούργημα, γι’ αυτό άλλωστε ο αθλητικός νόμος ομιλούσε περί τελεσίδικης παραπομπής.  Παραπομπή για κακούργημα από το συμβούλιο πρωτοδικών δεν αρκούσε, έπρεπε ή να μην έχει εφεσιβάλλει ο κατηγορούμενος το βούλευμα του συμβουλίου πρωτοδικών, ή να το έχει εφεσιβάλλει και να ήταν ίδιο/παραπεμπτικό και το βούλευμα του συμβουλίου εφετών.  Μόνο τότε συνέτρεχε περίπτωση κωλύματος.
Το ίδιο ακριβώς κώλυμα συντρέχει κατά τον αθλητικό νόμο και για συμμετοχή (ως μέτοχος ή διοίκηση) και σε αθλητικές ανώνυμες εταιρείες άλλωστε.  Θυμίζουμε τις κατηγορίες που αντιμετώπισε ο Σωκράτης Κόκκαλης (μία από τις αρκετές φορές) σε βαθμό κακουργήματος για τις οποίες είχε μάλιστα παραπεμφθεί από το συμβούλιο πρωτοδικών:  Εκανε έφεση το βούλευμα και απηλλάγη από το συμβούλιο εφετών, γι’ αυτό δεν χρειάστηκε ούτε μετοχές να πουλήσει, ούτε από το ΔΣ για να φύγει στον Ολυμπιακό.
Ομως, με τις μνημονιακές αλλαγές μεταξύ άλλων και στον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, κ.λπ., επήλθαν ανατροπές και, στο θέμα των κωλυμάτων παραγόντων του ποδοσφαίρου, αφενός προβλέφθηκε αρμοδιότητα του συμβουλίου εφετών ΑΠΕΥΘΕΙΑΣ (όχι δηλαδή αφού είχε πρώτα επιληφθεί το συμβούλιο πρωτοδικών) για παραπομπή για κακουργήματα και αφετέρου ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ η έφεση κατά παραπεμπτικού βουλεύματος (αφού αυτό εκδίδεται, για κακουργήματα, απευθείας από το συμβούλιο εφετών, και όχι μετά από έφεση του κατηγορούμενου) και συνεπώς το παραπεμπτικό βούλευμα σε περίπτωση κακουργήματος είναι εκ προοιμίου τελεσίδικο, αφού δεν επιδέχεται εφέσεως (παρόλα αυτά επιδέχεται μόνο αναίρεσης, οπότε δεν είναι ανέκκλητο).
Από τα ανωτέρω συνάγονται τα εξής συμπεράσματα:
1) Οι εμπνευστές της τροπολογίας στο καταστατικό της ΕΠΟ, είτε δεν γνωρίζουν, είτε κάνουν ότι δεν γνωρίζουν, αφού η λέξη «τελεσίδικη» (παραπομπή) δείχνει μεν τυπικά να είναι σε αρμονία με την πρόβλεψη του αθλητικού νόμου, πλην όμως είναι όχι απλά περιττή (είπαμε, η παραπομπή για κακούργημα είναι εκ προοιμίου τελεσίδικη πλέον) παρά δημιουργεί εσφαλμένες εντυπώσεις και παραπλανεί.  Κάποιος θα μπορεί να αναρωτηθεί αν ο σκοπός τους είναι  να «ξεγελάσουν» τους ξένους εκπροσώπους FIFA και UEFA που λογικό είναι να μην γνωρίζουν ελληνική ποινική δικονομία και να νομίζουν ότι ως «τελεσίδικη» παραπομπή νοείται μια υπόθεση/κατηγορία που τέλος πάντων έχει διέλθει και ενός δευτέρου βαθμού κρίσης.
2) Ακόμη και ως είχε (με πρόβλεψη κωλύματος δηλαδή σε περίπτωση τελεσίδικης παραπομπής για κακούργημα όταν ο όρος τελεσίδικη ήταν ακριβής/ορθός/αληθής διότι μεσολαβούσαν δύο βαθμοί δικαιοδοσίας), ο αθλητικός νόμος είχε σοβαρά προβλήματα νομιμότητας/συνταγματικότητας/συμφωνίας προς την ευρωπαϊκή σύμβαση δικαιωμάτων του ανθρώπου αφού θέσπιζε κατ’ ουσία τεκμήριο ενοχής (!) αντί αθωότητας (με μόνη την κατηγορία, δυσμενείς συνέπειες) και επαγόταν σοβαρότατα προβλήματα (έκπτωση από αξίωμα ή, ακόμη χειρότερα, υποχρέωση μεταβίβασης μετοχών αθλητικής ανώνυμης εταιρείας, κ.λπ.), απρόσφορα και δυσανάλογα και αν όχι ανεπανόρθωτα, πάντως δυσχερέστατα επανορθώσιμα (λαμβανομένου υπόψη του χρόνου που χρειάζεται μια δίκη για να τελεσιδικήσει στην Ελλάδα), που έπλητταν την προσωπικότητα και την κοινωνική και οικονομική ζωή του κατηγορούμενου. 
Μπορείτε  λοιπόν να αναλογιστείτε τι συμβαίνει τώρα, που δεν υπάρχει καν η δυνατότητα σε έναν κατηγορούμενο που παραπέμπεται για κακούργημα να εφεσιβάλλει την παραπομπή, δηλαδή να επιτύχει την επανεξέταση της υπόθεσης, παρά υποχρεούται να αποκλεισθεί από τον αθλητισμό ή να αποξενωθεί από περιουσιακά του στοιχεία (μετοχές αθλητικής ανώνυμης εταιρείας, κ.λπ.) με μόνη μια κατηγορία (!).
Με βάση όλα αυτά, όχι απλά δεν πρέπει να μπει η τροπολογία αυτή στο καταστατικό της ΕΠΟ, παρά πρέπει επιτακτικά να αλλάξει ο αθλητικός νόμος. Μια σχετικά δίκαιη, ας πούμε, και νομικά ανεκτή νομίζω (όχι μόνο στην χώρα μας πιστεύω, αλλά και στις διεθνείς ομοσπονδίες) και μάλλον πρόσφορη πρόβλεψη θα έπρεπε να είναι τέτοιου είδους κώλυμα, ναι, αλλά σε περίπτωση όχι απλής παραπομπής για κακούργημα, παρά καταδίκης, έστω και σε πρώτο βαθμό, δηλαδή και πριν να καταστεί τελεσίδικη.  Ακόμη και αυτό βέβαια μπορεί να θεωρηθεί υπερβολικό και απρόσφορο/δυσανάλογο (π.χ., η ευρωπαϊκή νομοθεσία αναγνωρίζει δυνατότητα αποκλεισμού από διάφορους τομείς της οικονομικής δραστηριότητας όπως οι δημόσιες συμβάσεις για προμήθειες, έργα, κ.λπ., σε περίπτωση όχι απλά τελεσίδικης, αλλά ΑΜΕΤΑΚΛΗΤΗΣ καταδικαστικής απόφασης για συγκεκριμένα αδικήματα, όπως π.χ. απάτη, κ.λπ.).
Ως έχει, ο αθλητικός νόμος και η επιχειρούμενη τροπολογία του καταστατικού της ΕΠΟ είναι όχι απλά εξαμβλωματική, παρά απόλυτα σκόπιμη, προοριζόμενη να ρυθμίσει τον αποκλεισμό πολύ συγκεκριμένων ανθρώπων από το ποδόσφαιρο με τη μορφή δικαστικής ομηρίας τους για δέκα και βάλε χρόνια, με ποινικοποίηση αστικών υποθέσεων (κάρτα υγείας, κ.λπ.) ή στημένες κατηγορίες.

Αυτό πρέπει να κάνουν και με την αλλαγή στο καταστατικό της ΕΠΟ τώρα, όχι για χάρη του οποιουδήποτε Γκιρτζίκη, κ.λπ., παρά διότι αυτό είναι το δίκαιο και το σωστό, αλλιώς οδηγούμαστε σε ένα καθεστώς αχυρανθρώπων και μπροστινών και απλών/επώνυμων φιλάθλων ώστε να «ξεπεραστούν» τα κωλύματα και οι θέσεις και ιδιότητες να ανήκουν τυπικά μεν σε αυτοφωράκηδες, στην πραγματικότητα όμως σε καταδικασμένους.  Θα είναι παράλογο αν οι διεθνείς ομοσπονδίες πρέπει να ανεχτούν και πάντως να στηρίξουν τέτοια κατάσταση.